ΕΛΗ  ΚΑΙ  ΤΥΡΦΩΝΕΣ  ΣΤΗΝ  ΕΛΛΑΔΑ

Τα περισσότερα έλη και κοιτάσματα τύρφης του Ελληνικού χώρου ανήκουν στην κατηγορία των κατω-τυρφώνων. Οι κλιματικές συνθήκες δεν επέτρεψαν τη γένεση ανω-τυρφώνων. Σε ορεινές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας έχουν εντοπιστεί ενδιάμεσα έλη και τυρφώνες (περιοχές Ελατιάς, Λαϊλιά, Βόρα) περιορισμένης έκτασης και πάχους.

Σε πολλούς τυρφώνες διακόπηκε η τυρφογένεση με την αποξήρανσή τους πριν από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και στις πρώτες δεκαετίες που ακολούθησαν, όπως στους Φιλίππους, την Κορώνη, την Αγουλινίτσα, στις εκβολές των ποταμών Αξιού, Αλιάκμονα και Αχελώου. Σε άλλους πάλι η τυρφογένεση συνεχίζεται μέχρι σήμερα, όπως π.χ. στις όχθες των λιμνών Χειμαδίτιδας, Μικρής Πρέσπας, Παμβώτιδας, στα έλη Νησιού, Καλοδικίου, Κεριού.

Τα σημαντικότερα γνωστά κοιτάσματα τύρφης είναι αυτά των Φιλίππων (Αν. Μακεδονία), του Νησιού (Ν. Πέλλας), του Καλοδικίου (Ν. Θεσπρωτίας) και της Κορώνης (Ν. Πρέβεζας).

Σχηματικός χάρτης της Ελλάδας με τα σημαντικότερα έλη (κύκλοι), υπάρχοντες τυρφώνες (τετράγωνα) και κατεστραμμένεους τυρφώνες (τρίγωνα):

    1: Ελατιά,

    2: Λαϊλιάς,

    3: Φίλιπποι,

    4: Νησί,

    5: Καλή Πεδιάδα,

    6: Βόρας,

    7: ΜικρήΠρέσπα,

    8: Χειμαδίτιδα,

    9: Ιωάννινα,

    10:Καλοδίκι,

    11: Κορώνη,

    12: Βουλκαριά,

    13:Κατούνα,

    14: Κερί,

    15: Αγουλινίτσα,

    16:Χωτούσα,

    17: Άγιος Φλώρος,

    18: Κωπαΐδα.

Φίλιπποι:Η ενδοηπειρωτική λεκάνη Δράμας-Φιλίππων σχηματίστηκε κατά το Ανω-Μειόκαινο μέχρι Κατω-Πλειόκαινο από την τεκτονική βύθιση τμήματος της κρυσταλλοσχιστώδους μάζας της Ροδόπης. Στο νότιο τμήμα, στην επιμέρους λεκάνη των Φιλίππων διατηρήθηκαν κατά τα τελευταία 700.000 χρόνια περίπου οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την τυρφογένεση με αποτέλεσμα να σχηματιστεί το μεγαλύτερο σε πάχος (>190 m)κοίτασμα τύρφης στον κόσμο. Διακρίνονται δύο στιβάδες τυρφωδών στρωμάτων: η ανώτερη, που δεν περικλείει ενδιάμεσες αποθέσεις, έχει μέγιστο πάχος 68 m, μέση υγρασία 86%, κατώτερη θερμαντική ικανότητα (Κ.Θ.Ι.) 5.400 kcal/kg (επί ξηρής και ελεύθερης τέφρας τύρφης), και η κατώτερη στιβάδα με συνολικό μέγιστο πάχος 134 m, από τα οποία το αθροιστικό πάχος των οργανογενών αποθέσεων ανέρχεται σε 98 m, μέση υγρασία 68% και Κ.Θ.Ι. 5.800 kcal/kg.

Στους βαθύτερους ορίζοντες του κοιτάσματος η ενανθράκωση είναι εντονότερη με αποτέλεσμα η τύρφη να μεταπίπτει σε μαλακό λιγνίτη. Τα βέβαια γεωλογικά αποθέματα υπολογίστηκαν σε 4.300 Μm3, που αντιστοιχούν σε ένα δισεκατομμύριο τόνους τύρφης χωρίς υγρασία.

Στις αρχές της δεκατίας του '70 σχεδιάστηκε η εκμετάλλευση του ανώτερου τμήματος του κοιτάσματος μέχρι βάθους 13 m. Προβλεπόταν η εξόρυξη περίπου 360 Μm3, που αντιστοιχoύν σε 75 Μt ξηρής τύρφης, ποσότητα ικανή να τροφοδοτήσει σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής συνολικής ισχύος 375 ΜW για 25 χρόνια. Το έργο εγκαταλήφθηκε εξαιτίας αντιδράσεων των κατοίκων της περιοχής. Αν βέβαια προχωρήσει η εξόρυξη του γειτονικού λιγνιτικού κοιτάσματος της Δράμας, τότε θα επανεξεταστεί το θέμα της εκμετάλλευσης του τυρφώνα Φιλίππων.

 Νησί: Το κοίτασμα καταλαμβάνει έκταση 5 km2 περίπου. Το πάχος της τύρφης κυμαίνεται μεταξύ 7 και 10 m. Η τυρφογένεση άρχισε κατά το τέλος της τελευταίας παγετώδους περιόδου και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η τύρφη έχει υγρασία 80-90%, μέση τέφρα 28% (επί ξηρού) και Κ.Θ.Ι. 5.200 kcal/kg (επί ξηρού και χωρίς τέφρα). Τα βέβαια αποθέματα ανέρχονται σε 50 Μt. Η Δ.Ε.Η. σχεδίαζε παλιότερα την εγκατάσταση θερμοηλεκτρικού σταθμού στην περιοχή, το έργο όμως δεν προχώρησε.

Καλοδίκι:Ο τυρφώνας βρίσκεται στο νότιο τμήμα του Ν. Θεσπρωτίας και καταλαμβάνει έκταση 2 km2 περίπου. Η τυρφογένεση ξεκίνησε πριν από 30.000 χρόνια περίπου. Το μέσο πάχος της τύρφης είναι 3,5 m (μέγιστο 10,6 m), τα αποθέματα ανέρχονται σε 5,5 Mm3. Η υγρασία της τύρφης κυμαίνεται μεταξύ 75 και 88% και η τέφρα επί ξηρού μεταξύ 13 και 58%. Σκέψεις για εκμετάλλευση της τύρφης δεν υπάρχουν.

Κορώνη:Ο τοπογενής τυρφώνας της Κορώνης σχηματίστηκε σ' ένα επιμέρους τεκτονικό βύθισμα της ευρύτερης λεκάνης της Αχερουσίας. Η τύρφη έχει υγρασία 60-80%, τέφρα 25-39% και Κ.Θ.Ι. 5.100 kcal/kg (επί ξηρού και χωρίς τέφρα). Τα βέβαια αποθέματα ανέρχονται σε 3,6 Μt και τα τεχνικά και οικονομικά απολήψιμα σε 2,9 Μt. Λόγω του μικρού μεγέθους του κοιτάσματος και της μεγάλης απόστασης από τα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια προτάθηκε – αλλά ουδέποτε υλοποιήθηκε – η χρησιμοποίηση της τύρφης σε γεωργικές εφαρμογές.